To 1875 ανιχνεύονται οι πρώτες μασκαράτες στους δρόμους της Πάτρας. Τα άρματα και οι μασκαράτες εκείνη την εποχή ήταν εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία και την ιστορία της πατρίδας μας, που αποτελούσαν αστείρευτη πηγή θεμάτων. Στις καρναβαλικές παρελάσεις μαζί με τα άρματα, λαβαίνουν μέρος μασκαράτες, που, όπως αναφέρει ο Νίκος Πολίτης, είναι «πολυπρόσωπες συντροφιές μασκαρεμένων οι οποίες παρουσίαζαν ορισμένο θέμα, π.χ. χωριάτικο γάμο. Με τον όρο «μασκαράτες» εκείνα τα χρόνια και όλα τα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια γύρω στο 1952 εννοούμε αυτές τις πολυπρόσωπες συντροφιές μασκαρεσμένων με συγκεκριμένο κοινό θέμα. Από το 1952 και μετά έχουμε συστηματικά τη χρήση του όρου για τις γνωστές σε όλους μας φορητές υπερμεγέθεις κατασκευές που μετέφεραν πεζοί και αποτελούσαν ένα γκρουπ με κοινό θέμα.
Το 1875 έκαναν την εμφάνισή τους λίγες μασκαράτες με πιο εντυπωσιακή αυτή που παρουσίασε τον Ιππόδρομο του Λονδίνου όπου οι έφιπποι που αποτελούσαν την παρέα φορούσαν κοστούμια ιππασίας. Οι πεζοί ήταν ντυμένοι με κοστούμια ραμμένα στο πνεύμα και το ύφος της αγγλικής μόδας. Τα αξεσουάρ που συμπλήρωναν το ενδυματολογικό σύνολο ήταν καπέλα, γάντια, μπαστούνια, κιάλια και έδιναν μια συνολική εικόνα Άγγλων αριστοκρατών που παρακολουθούν τις περίφημες ιπποδρομίες. Στο Πατρινό Καρναβάλι του 1877 μια μασκαράτα παρουσίαζε την μάχη των Θερμοπυλών. Κι ένας κακεντρεχής ανταποκριτής, όπως μας ενημερώνει ο Νίκος Πολίτης στο βιβλίο του, μετέδωσε ότι: «Δια να αντιληφθεί το νοήμον κοινόν ότι περί μάχης επρόκειτο, από καιρού εις καιρόν Σπαρτιάται και Πέρσαιαντήλλασσον πυροβολισμούς». Οι οργανωμένες μασκαράτες που διακωμωδούν καταστάσεις ή παρουσιάζουν ιστορικά θέματα, αντικατέστησαν τις μπούλες (αυτοσχέδια ντυμένες παρέες μεταμφιεσμένων) που έκαναν σαματά στους δρόμους.To 1907 η διοργανώτρια άτυπος «Επιτροπή Εορτών», κάτι σαν οργανωτική επιτροπή προκήρυξε διαγωνισμό με χρηματικά έπαθλα για μασκαράτες αφού είχε εξασφαλίσει από εισφορές ιδιωτών και από τον Δήμο Πατρέων τα χρήματα. Προϋπόθεση για να συμμετάσχει μια μασκαράτα στην παρέλαση ήταν το θέμα της να είχε αποσπάσει την έγκριση της Επιτροπής Εορτών. Έχει ενδιαφέρον η αναφορά σε μια πρόταση για μασκαράτα που απορρίφτηκε και σχετιζόταν με την πρόταση του γνωστού φωτογράφου και σατιρικού ποιητή Ιωάννη Αρβανιτόπουλου να παρουσιάσει «μια συναυλία από μπάντα γαϊδάρων». Στην πρόθεσή του ήταν να βρει 50 γαϊδουράκια και να τα ντύσει πιερότους και κάθε γαϊδουράκι θα συνοδευόταν από ένα παιδί. Η παράταξη των γαϊδουριών στην πλατεία Γεωργίου Α΄ θα γινόταν σε ημικύκλιο ανάλογο με την παράταξη μιας ορχήστρας και ο επικεφαλής της μασκαράτας, μασκαρεμένος σε μαέστρο με φράκο, λευκά γάντια και μπαγκέτα θα σηματοδοτούσε την έναρξη της συναυλίας. Τότε οι συνοδοί των ζώων με ένα σφουγγάρι εμποτισμένο σε υγρό θα το ακουμπούσαν στα ρουθούνια των ζώων για να προκαλέσουν το γκάρισμά τους. Όταν έληγε η συναυλία ο μαέστρος θα έδινε σινιάλο να απομακρύνουν το σφουγγάρι από τα ρουθούνια των ζώων και τα γαϊδούρια θα έπαυαν να γκαρίζουν. Η πρόταση δεν έγινε δεκτή από την Επιτροπή με το αιτιολογικό ότι θα υπήρχε παρεξήγηση με τα μουσικά σωματεία της πόλης και τα μέλη τους. Το 1938 σε μια από τις ωραιότερες παρελάσεις του προπολεμικού Καρναβαλιού, δόθηκαν βραβεία για τις καλύτερες μασκαράτες. Το πρώτο βραβείο συνοδευόμενο από το ποσό των 1000 δραχμών απέσπασε η μασκαράτα «Χωριάτικος Γάμος» για την πιστότητα της αναπαράστασης. Το 1939 επίσης στο ωραιότερο προπολεμικό Καρναβάλι, μια χρονιά πριν ξεσπάσει ο Πόλεμος, όπου παρέλασαν πολλά σημαντικά άρματα όπως η «Γόνδολα» και η «Στέψις των λαγών» καθώς και πολλά σατιρικά άρματα όπως «Φουτουρισμός, όνος επωάζων ωά», «Διυλιστήριον», «Η πνευματική κίνησις» και είχαμε ως Βασίλισσα την Πατρινή Τασία Λούτα με πολυτελή συνοδεία τις «Κυρίες της τιμής», οι βραβευμένες μασκαράτες «παρουσίασαν έναν χωριάτικο γάμο, μια στάνη, έναν γαμπρό που δάμαζε την πεθερά του, μια υπερφυσική γυναίκα που έβαλε στο τσουβάλι τους ερωτιδείς που έκαναν συνήθως βόλτες στην οδό Μαιζώνος», όπως επισημαίνει ο Νίκος Πολίτης.
Μετά τη διακοπή λόγω Πολέμου και Εμφυλίου, από το 1952 εκτός από τα άρματα και τις μουσικές πλήθαιναν κάθε χρόνο και οι μασκαράτες με σημαντική τη συνεισφορά της Περιηγητικής Λέσχης, του Φυσιολατρικού Ομίλου και του Ορειβατικού Συνδέσμου που με δικά τους έξοδα οργανώνουν εύθυμες μασκαράτες αποτελούμενες από πολλά πρόσωπα, οι οποίες μετέχουν στις γενικές παρελάσεις ή προκαλούν το κέφι και το γέλιο μόνες τους τα βράδια της τελευταίας εβδομάδας της καρναβαλικής περιόδου.
1950-1970: Η περίοδος της ακμής
Περίοπτη θέση στις παρελάσεις του Πατρινού Καρναβαλιού της περιόδου των δεκαετιών 1950 – 1970 είχαν οι μασκαράτες. Ήταν η εποχή της πρώτης φάσης της αστικοποίησης στην Ελλάδα. Πρόκειται για την περίοδο που το Πατρινό Καρναβάλι γνωρίζει μια λαμπρή περίοδο αίγλης και κλιμακώνεται το τουριστικό ενδιαφέρον. Οι μασκαράτες ήταν καρναβαλικά στοιχεία-κατασκευές που τα μετέφεραν πεζοί αλλά συχνά και ποδηλάτες και μοτοποδηλάτες. Αποτελούσαν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια της παρέλασης τόσο σε αισθητικό-καλλιτεχνικό επίπεδο όσο και σε σατιρικό επίπεδο προκαλώντας την προσοχή και το γέλιο με την κωμική τους εμφάνιση και μαγνητίζοντας τα βλέμματα των θεατών. Αγαπημένες κατασκευές για μικρούς και μεγάλους και ένδειξη πρωτοτυπίας που διαφοροποιούσαν κάθε φορά με τη θεματική τους τις παρελάσεις. Παρουσιάζονταν στο πρώτο στάδιο της παρέλασης και συνήθως πριν το άρμα του Βασιλιά Καρνάβαλου και κοντά στην πρώτη μουσική προαναγγέλλοντας την ακολουθία των καρναβαλικών αρμάτων. Οι μασκαράτες διαπνέονταν πάντα από μια σατυρική αύρα. Το σατιρικό αυτό θέμα άλλοτε χαρακτήριζε τον Καρνάβαλο ή άλλο άρμα και άλλοτε οι μασκαράτες είχαν αυτόνομη παρουσία στην παρέλαση. Πάντοτε όμως αποτελούσαν ένα γκρουπ με την ίδια θεματική με 3-4 ή περισσότερα στοιχεία. Κατά την παρέλαση οι μασκαράτες κινούνταν με ευφάνταστο τρόπο, συχνά υποκλίνονταν στους θεατές και γενικώς ανέπτυσσαν με μορφή αλληλεπίδρασης επικοινωνία μαζί τους.
Οι μασκαράτες ουσιαστικά μιμούνταν καρναβαλικές παρέες και συντροφιές, ωστόσο ήταν κατασκευές μετακινούμενες από ανθρώπους. Πρόκειται για υπερμεγέθεις φορετές εφήμερες δημιουργίες που για την κατασκευή τους επιστρατεύονταν ταπεινά και φθαρτά υλικά, χρώμα, κόλλα, χαρτί, ύφασμα ενώ ο σκελετός τους ήταν φτιαγμένος από ξύλα ή σύρμα, τα οποία έπαιρναν μορφή και αποκτούσαν κίνηση μέσω της ευφάνταστης και γεμάτης μεράκι και έμπνευση δουλειάς των καλλιτεχνών-κατασκευαστών του Καρναβαλικού Εργαστηρίου. Τα πρώτα χρόνια στο Γκάζι, το παλαιό εργοστάσιο του φωταερίου του Δήμου, που σήμερα βρίσκεται η ΔΕΥΑΠ, ήταν ο χώρος κατασκευής τους, εκεί που «σωματοποιούνταν» και «εμψυχώνονταν» οι ιδέες και οι ευρηματικές συλλήψεις των τεχνιτών του Καρναβαλικού Εργαστηρίου. Αρκετοί ήταν κατασκευαστές μασκαρατών, ωστόσο κορυφαία μορφή που συνδέθηκε με την ιδέα και τη δημιουργία τους αφήνοντας σπάνια δείγματα δουλειάς ήταν ο Αλέκος Χαράρης (1918-1979), γιός προσφύγων από την Ανατολική Θράκη που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη συνοικία των Προσφυγικών. Ήταν ένας σπουδαίος, αξέχαστος λαϊκός, αυτοδίδακτος καλλιτέχνης που οι μασκαράτες του μεσουράνησαν την περίοδο 1950-1970, ενώ ο ίδιος διακρίθηκε και στην κατασκευή καρναβαλικών αρμάτων. Η βασική του κατεύθυνση και ειδίκευση αφορούσαν στις μασκαράτες, τα εντυπωσιακά αυτά φορητά καρναβαλικά στοιχεία με ύψος που κυμαινόταν στη στιγμή εν κινήσει από 1,5 έως 3 μέτρα. Για τη δημιουργική του καρναβαλική αυτή δραστηριότητα αξιοποίησε τεχνικές και κατασκευαστικές μεθόδους από τη βασική του εργασία που έβγαζε τα προς το ζην και ήταν πιλοποιός σε καταστήματα καπέλων (πιλοποιεία) της Πάτρας. Οι τελευταίες του μασκαράτες, μπολιασμένες από τη σπάνια φαντασία του, τη γνησιότητα, αυθεντικότητα και εκφραστικότητα της τέχνης του και το πηγαίο κωμικό στοιχείο που γινόταν έκδηλο, παρέλασαν το 1978 στο Πατρινό Καρναβάλι, μια χρονιά πριν φύγει από τον κόσμο σε ηλικία 61 ετών. Ανάμεσα στις σπουδαίες μασκαράτες του ξεχώρισαν: «Φυλή Αγρίων» (1957), «Ανάποδοι Τύποι» (1959), «Τρικέφαλοι» (1959), «Μάγειροι» (1961), «Πτυσσόμενοι Κλόουν» (1961), «Εντομολόγοι» (1962), «Αρχάριοι Οδηγοί» (1962), «Οι Πλύστρες» (1962), «Καγκουρό» (1962), «Τρεις Μυταράδες» (1962), «Φακίρηδες με φίδια» (1963), «Οικογενειακοί Βάρη» (1965), «Τουριστικό Ξενοδοχείο» (1965), «Ναπολέοντες» (1968), «Ρομποτάκια» (1978), «Σφεντόνες» (1978) και πολλές άλλες.
Πολλά στοιχεία, δημοσιεύματα του τύπου και ανεκτίμητο φωτογραφικό υλικό για τις μασκαράτες του Αλέκου Χαράρη εμπεριέχονται στο βιβλίο του Ξενοφώντα Αργ. Παπαευθυμίου «Αλέκος Χαράρης (1918 – 1979) – Ένας λαϊκός καλλιτέχνης της μασκαράτας» (εκδ. το δόντι, Πάτρα 2011).
Οι Μασκαράτες, για πολλά χρόνια έγινε αναπόσπαστο στοιχείο του Πατρινού Καρναβαλιού αποκτώντας εθιμική ισχύ και λειτουργία. Οι ρίζες τους ανιχνεύονται στη commediadellarte, στη Δύση και κυρίως στην Ιταλία και στο Καρναβάλι της Βενετίας, ωστόσο το λαϊκό, καλλιτεχνικό και σατιρικό πνεύμα και κριτήριο των κατασκευαστών της πόλης μας που διέπρεψαν τις προσάρμοσαν δίνοντας μια αντιπροσωπευτική και πρωτότυπη εικόνα του Καρναβαλιού μας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της άνθησης του ελληνικού κινηματογράφου στις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60 σε ταινίες που γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία περιλαμβάνονται σκηνές Καρναβαλιού με παρουσία μασκαρατών. Πιο χαρακτηριστική είναι η ταινία «Γάμος αλά ελληνικά» (1964) του Βασίλη Γεωργιάδη με τους Ξένια Καλογεροπούλου και Γιώργο Κωνσταντίνου όπου υπάρχουν εκτεταμένες σκηνές παρέλασης και κυριαρχούν μασκαράτες. Επίσης παλαιότερα, στα προπολεμικά επίκαιρα βλέπουμε σε σημαντικές αρχειακές σκηνές μασκαράτες με τη μορφή πολυπρόσωπων παρεών μεταμφιεσμένων.
Μετά την δεκαετία του ΄70 οι μασκαράτες στην παρέλαση ατόνησαν όμως εδώ και κάποια χρόνια επανήλθανμε κατασκευές εξελιγμένης τεχνικής από πληρώματα.
Πρωτοποριακή ψηφιακή εφαρμογή εικονικής πραγματικότητας εστιασμένη στη μασκαράτα
Προκειμένου να αναζωπυρωθεί και να ανανεωθεί το ενδιαφέρον για αυτό το ξεχωριστό, πολύ ιδιαίτερο και αυθεντικό κομμάτι του καρναβαλικού πολιτισμού μας, στο πλαίσιο εκπαιδευτικού προγράμματος που πραγματοποιείται στον πολυχώρο των Παλαιών Σφαγείων στην κεντρική αίθουσα που είναι αφιερωμένη στο Καρναβάλι (η λειτουργία του χώρου των Παλαιών Σφαγείων χρηματοδοτείται από τη πράξη «Δομή προώθησης πολιτιστικής κληρονομιάς του Δήμου Πατρέων» η οποία είναι ενταγμένη στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Δυτική Ελλάδα 2014-2020»), επιφυλάσσεται στους επισκέπτες –μικρούς και μεγάλους- μια πολυσυμμετοχική εικονική εμπειρία εστιασμένη στη μασκαράτα. Πρόκειται για μία πρωτοποριακή ψηφιακή εφαρμογή εικονικής πραγματικότητας που αναπτύχθηκε, με σκοπό οι επισκέπτες του πολυχώρου των Παλαιών Σφαγείων να βιώσουν μία «εκ των έσω» εμπειρία Καρναβαλικής δημιουργίας και ανακάλυψης.
Θέμα της η μασκαράτα, η ξεχασμένη αυτή καρναβαλική τέχνη όπου ο συμμετέχων φόραγε μία ευμεγέθη υπεράνθρωπη κατασκευή και συμμετείχε στα Καρναβαλικά δρώμενα. Μέσα στην εφαρμογή, ο χρήστης συμμετέχει μαζί με την παρέα του ―εντός ενός εικονικού καρναβαλικού εργαστηρίου― στη συναρμολόγηση της μασκαράτας του και κατόπιν τη φορά, νιώθοντας το μέγεθος και τις δυσκολίες χειρισμού της. Ταυτόχρονα παρατηρεί τους υπόλοιπους παίκτες που συναρμολογούν τη δική τους, αλληλεπιδρά μαζί τους και διασκεδάζουν.Στη συνέχεια, μεταφέρεται εικονικά στην ψηφιακή αναπαράσταση τριών διαφορετικών δεκαετιών της Πλατείας Γεωργίου Α’ ―ανέκαθεν επίκεντρο των Καρναβαλικών εκδηλώσεων― σε ένα παιχνίδι εξερεύνησης αντικειμένων, τα οποία κάτι Καρναβαλικό έχουν να πουν…
Πρόκειται για τη μοναδική εφαρμογή στην Ελλάδα (και από τις ελάχιστες παγκοσμίως) η οποία επιτρέπει την ταυτόχρονη συμμετοχή και φυσική αλληλεπίδραση οκτώ ατόμων τα οποία βρίσκονται στον ίδιο χώρο, κινούνται ελεύθερα, αγγίζονται και διασκεδάζουν ενώ βιώνουν μία ψηφιακή εικονική εμπειρία, ανοίγοντας δρόμους τόσο για την παραγωγή καινούργιου Καρναβαλικού περιεχομένου, όσο και για τη συμμετοχή μεγάλων ομάδων κοινού το οποίο αναζητά νέους καινοτόμους τρόπους να βιώσει το κλίμα της μεγαλύτερης γιορτής της πόλης.
Για τις ανάγκες του προγράμματος δημιουργήθηκε ένα βίντεο στο οποίο παρουσιάζεται η κατασκευή – διδασκαλία της τεχνικής της Μασκαράτας από τους τεχνίτες του Καρναβαλικού Εργαστηρίου του Δήμου Πατρέων Χριστίνα Κουφάκη, Νίκο Λιβάνη και Δημήτρη Ντζουμάνη. Με τη χρήση απλών υλικών παρουσιάζεται ένα παράδειγμα κατασκευής και διακόσμησης μασκαράτας, το οποίο είναι ιδιαίτερο χρήσιμο είτε για ενήλικες είτε για ενηλίκους που θα ήθελαν να επιχειρήσουν να κατασκευάσουν τη πρώτη τους μασκαράτα.Το βίντεο στο μέλλον θα αποτελεί ένα από τα περιεχόμενα της μουσειοσκευής, η οποία θα είναι διαθέσιμη στα σχολεία της περιοχής μας, τα οποία θα μπορούν να δανείζονται από τη ΚΕΔΗΠ την μουσειοσκευή και οι καθηγητής-δάσκαλοι να κάνουν σχετικό εργαστήριο στο χώρο του σχολείου τους.
*Στοιχεία για το κείμενο αυτό αντλήθηκαν από τα βιβλία:
-Νίκος Πολίτης «Το Καρναβάλι της Πάτρας» (δεύτερη έκδοση ανανεωμένη, εκδ. Πικραμένος &Best, Πάτρα 2015).
-Ξενοφώντας Αργ. Παπαευθυμίου «Αλέκος Χαράρης (1918 – 1979) – Ένας λαϊκός καλλιτέχνης της μασκαράτας» (εκδ. το δόντι, Πάτρα 2011).
*Στις φωτογραφίες ένας από τους τρεις Μυταράδες που παρέλασαν στο Πατρινό Καρναβάλι του 1962 (αρχείο Ξενοφώντα Παπαευθυμίου) και στιγμιότυπο από την πρωτοποριακή ψηφιακή εφαρμογή εικονικής πραγματικότητας που είναι εστιασμένη στη μασκαράτα